[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Έργο: Alex Roulette.]
επανασημοσιεύω από το περιοδικό Φρέαρ
Ο παραμυθάς είναι η φωνή των ανθρώπων γύρω του. Είν’ αυτός που σκαρώνει ιστορίες για λογαριασμό των άλλων, κείνων που δεν έχουν τη διάθεση, ή την έφεση ή το χάρισμα, να κάτσουν να γράψουν ιστορίες, μα θέλουν κάποιον να τους μιλήσει μ’ ιστορίες και να τους πει και τη δικιά τους την ιστορία, για να τη ζήσουν έτσι ξανά, ως ήρωές της τώρα, μέσ’ από το χέρι και την πένα του παραμυθά – και για να την εννοήσουν, μπορεί, πιο καλά, ζώντας την μέσ’ από τη ματιά ενός άλλου.
Ο παραμυθάς, κατά κάποιον τρόπο, δεν έχει Εγώ. Το εγώ του διασπάται και μοιράζεται σ’ όλα τα πρόσωπα στις σελίδες του, και χωνεύει μέσα του όλων των άλλων το εγώ, για να μπορέσει μ’ ειλικρίνεια, μ’ αλήθεια στις λέξεις, ν’ αφηγηθεί την ιστορία τους.
Ο Όμηρος δε συνέθεσε ένα έπος με θέμα του έναν ραψωδό, οι τραγωδοί δε συνέγραψαν τραγωδίες που για θέμα τους είχαν έναν τραγωδό, κι ο Παπαδιαμάντης, σαν μεγαλύτερός μας παραμυθάς που ήταν, μπορούσε σκύβοντας πάνω απ’ τη σελίδα να γίνεται ξωμάχος, τυραννισμένη μάνα, παιδί – ένας αυτός, να γίνεται όλοι, χάρη στη μέθεξη της γραφής, χάρη στη συμπόνια της. Η μελάνη του παραμυθά είναι στην κυριολεξία συμπαθητική.
Και στον αντίποδα του παραμυθά είναι ο Συγγραφέας όπως με το ρομαντισμό έφτασε στο εγωκεντρικό απόγειό του.
Έχω συχνά αναρωτηθεί γιατί ποιητές και συγγραφείς διαλέγουν σαν θέμα τους το βάσανο της γραφής, και ως ήρωα της ιστορίας τους, ή ως πρόσωπο του ποιήματος, κείνον το συγγραφέα ή τον ποιητή που μαρτυρικά μοχθεί, που παλεύει με τις λέξεις, βασανίζεται, κονταροχτυπιέται με τον εαυτόν του. Η απάντηση συχνά είναι, νομίζω, γιατί τούτος ο εαυτός δε χωρά άλλον κανέναν. Κει που ο παραμυθάς είναι κόσκινο, ο Συγγραφέας είναι δοχείο κλειστό, αδιαπέραστο. Έχει το μοιραίο εγώ του, που το περιεργάζεται, το ανατέμνει, το εκλεπτύνει, χαρίζει σπάνια ακρίβεια στη μοναχική του φωνή.
Μα, είναι η φωνή ενός, κει που του παραμυθά είναι η φωνή όλων.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Έργο: Alex Roulette.]